
«Ο Δημητριάδης είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών»
Μ. Ροστροπόβιτς
Ο Οδυσσέας Δημητριάδης ήταν το όγδοο παιδί του Αχιλλέα και της Καλλιόπης Εφραιμίδη, Ελλήνων της Τραπεζούντας του Πόντου που μετακινήθηκαν στα ρωσικά εδάφη το 1896. Ο Οδυσσέας γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1908 στο Βατούμ, και από την ηλικία των πέντε ετών, δίχως γνώση μουσικής σημειογραφίας, άρχισε να παίζει στο πιάνο γνώριμες μελωδίες.
Η πρώτη δασκάλα του μικρού Οδυσσέα ήταν η αδελφή του Λίζα, η οποία είχε εξαιρετικό ταλέντο στο πιάνο. Το 1918 ξεκίνησε να ασχολείται συστηματικά με τη μελέτη της μουσικής, έχοντας αρχικά δάσκαλο τον εξαιρετικό βιολιστή Τίζενχαουζεν και αργότερα τον Λέγκερ (σπουδαίο παιδαγωγό και βιολιστή.)
Το 1925, έπειτα από τη συμβουλή του πατέρα του, μετά το τέλος των σπουδών του στο γυμνάσιο, έφυγε για το Σοχούμ, όπου ζούσε ο αδελφός του Νικόλαος. Το 1927 εγκαταστάθηκε στην Τιφλίδα με σκοπό την εισαγωγή του σε ωδείο.
Έτσι, από το 1926 έως το 1930 σπούδασε στο θεωρητικό τμήμα Σύνθεσης του Ωδείου της Τιφλίδας. Ενώ από το 1930 ως το 1933 εργάστηκε στο μουσικό τεχνικό σχολείο του Σοχούμ.
Την περίοδο 1933–1936 εισάγεται στο Ωδείο του Λενινγκράντ και σπουδάζει διεύθυνση ορχήστρας στην τάξη του Ιλιά Μούσιν, ο οποίος εκπαίδευσε πολλούς από τους σπουδαιότερους μαέστρους της ΕΣΣΔ.
Τ ο 1934 έφτασε στο Λενινγκράντ για σειρά συναυλιών, ο σπουδαίος συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος. Οι μέρες της διαμονής του Μητρόπουλου στο Λενινγκράντ έμειναν αξέχαστες για τον Οδυσσέα Δημητριάδη. Είχε την ευκαιρία να δει από κοντά, να ακούσει όλα αυτά που θαύμαζε, τα οποία τελικά ξεπέρασαν τις προσδοκίες του, και να δημιουργήσει μία σχέση φιλίας με τον σπουδαίο μαέστρο. Όταν ο Οδυσσέας ανακοίνωσε στο Μητρόπουλο την επιθυμία του να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά το τέλος των σπουδών, αυτός τον απέτρεψε λέγοντάς του: «Δεν θα βρεις δουλειά, αλλά και αν βρεις θα πληρώνεσαι πολύ άσχημα». Έτσι, ο Δημητριάδης αποφάσισε να παραμείνει και να σταδιοδρομήσει στη Σοβιετική Ένωση.
Το 1937, ανέλαβε αρχιμουσικός και διευθυντής της Όπερας και του Μπαλέτου της Τυφλίδας, θέση την οποία διατήρησε έως το 1965. Ενδιάμεσα υπήρξε αρχιμουσικός και της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Γεωργίας (1947-1952). Από το 1965 έως το 1973 διατέλεσε αρχιμουσικός της Ορχήστρας του Θεάτρου Μπολσόι της Μόσχας, ενώ πραγματοποίησε εμφανίσεις σε πολλές χώρες του κόσμου.